Ο Ιούλιος Καίσαρ είναι μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες, όχι μόνο της αρχαιότητας, αλλά και της ιστορίας της ανθρωπότητας.
Στρατιωτικός, πολιτικός και συγγραφέας, έζησε μια περιπετειώδη ζωή, συνέβαλε στο μεγαλείο της Ρώμης και μετέβαλε καθοριστικά την ιστορική πορεία του ελληνορωμαϊκού κόσμου.
Ο Γάιος Ιούλιος Καίσαρ γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου του 100 π.Χ. στη Ρώμη από οικογένεια πατρικίων χωρίς μεγάλη επιρροή και πλούτο. Καταγόταν από την Ιουλία γενιά, που θεωρούσε πρόγονό της τον Ίουλο, γιο του Αινεία και εγγονό της θεάς Αφροδίτης. Ο πατέρας του, Γάιος Καίσαρ, πέθανε όταν ήταν 16 ετών. Η μητέρα του Αυρηλία ήταν μια αξιόλογη γυναίκα, στην οποία ο Ιούλιος Καίσαρ οφείλει πολλά.
Ο Ιούλιος Καίσαρ ανδρώθηκε την περίοδο της εμφύλιας διαμάχης μεταξύ του Μάριου και του Σύλλα. Αν και αριστοκρατικής καταγωγής, συντάχθηκε με τους δημοκρατικούς του Μάριου, που ήταν συγγενής του. Εκδήλωσε αμέσως την πολιτική του στράτευση, νυμφευόμενος την Κορνηλία, κόρη του Κορνήλιου Κίννα, εκ των ηγετών της δημοκρατικής παράταξης.
Ο Σύλλας προσπάθησε να τον επαναφέρει στην τάξη του και του πρότεινε να διαζευχθεί την Κορνηλία και να νυμφευτεί την κόρη του.
Η άρνησή του εξόργισε τον Σύλλα, ο οποίος διέταξε τη σύλληψή του. Ο Ιούλιος Καίσαρ θεώρησε φρόνιμο ν’ απομακρυνθεί από τη Ρώμη και να καταφύγει στη Μικρά Ασία, όπου υπηρέτησε στον ρωμαϊκό στρατό.

Ύστερα από τον θάνατο του Σύλλα το 78 π.Χ. επέστρεψε στη Ρώμη, όπου ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία. Ο Καίσαρ, διαβλέποντας τις ελλείψεις του, αναχώρησε για τη Ρόδο για να σπουδάσει ρητορική κοντά στον διάσημο τότε δάσκαλο Απολλώνιο.
Καθ’ οδόν όμως τον συνέλαβαν πειρατές και αναγκάστηκε να πληρώσει λύτρα για την απελευθέρωσή του. Το περιστατικό αυτό, το οποίο έδειχνε την αναρχία η οποία επικρατούσε στον μεσογειακό χώρο, δεν το άφησε να ξεχαστεί. Δημιούργησε ιδιωτική ναυτική δύναμη, συνέλαβε τους πειρατές και τους εξόντωσε με σταυρικό θάνατο.
Ο Καίσαρ χρησιμοποίησε το στρατό για να εδραιώσει την πολιτική εξουσία του και την ισχύ της Ρώμης. Με αυτόν τον τρόπο συγκέντρωσε σημαντική στρατιωτική, πολιτική και οικονομική δύναμη που τον βοήθησε στην κατάληψη της εξουσίας στη Ρώμη.
Όταν πέθανε ο Κράσος, ο Καίσαρας ήρθε σε ρήξη με το Πομπήιο. Το 49 π.Χ. η Σύγκλητος διέταξε τον Καίσαρα να διαλύσει το στρατό του και να επιστρέφει αμέσως στη Ρώμη ως ιδιώτης και υποψήφιος για δεύτερη υπατεία.
Ο Καίσαρ δεν εκτέλεσε τη διαταγή και η Σύγκλητος τον κήρυξε εκτός νόμου.
Τότε ο Καίσαρας αναφωνώντας «Ο κύβος ερρίφθη», διέβη τον μικρό ποταμό Ρουβίκωνα (το όριο ανάμεσα στην επαρχία του της Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατίας και της κυρίως Ιταλίας) βάδισε κατά της Ρώμης, την οποία κατέλαβε. Το 48 π.Χ. αντιμετώπισε τον Πομπήιο στα Φάρσαλα, τον νίκησε και τον καταδίωξε μέχρι την Αίγυπτο. Εκεί ένας δικός του τον σκότωσε. Ο Καίσαρας διαχείμασε στην Αλεξάνδρεια, ερωτοτροπώντας με τη βασίλισσα Κλεοπάτρα. Καρπός του έρωτά τους ήταν ο Καισαρίων, ο τελευταίος της δυναστείας των Πτολεμαίων.
Σε μια σύντομη εκστρατεία του στην Ασία το 47 π.Χ. νίκησε μέσα σε πέντε μέρες τον βασιλιά του Κιμμερίου Βοσπόρου Φαρνάκη και ανήγγειλε στη Σύγκλητο τη νίκη του με την ιστορική φράση: «Ήρθα, είδα, νίκησα!». Την ίδια χρονιά εκκαθάρισε τα τελευταία υπολείμματα του στρατού των αντιπάλων του στην Αφρική και την Ισπανία και αναγορεύτηκε δικτάτωρ με ετήσια θητεία.
Το 46 π.Χ. η θητεία του ανανεώθηκε για δέκα χρόνια και το 44 π.Χ. ανακηρύχθηκε ισόβιος δικτάτωρ, ύπατος για 5 χρόνια, τιμητής, κεφαλή της ρωμαϊκής θρησκείας, αρχηγός του στρατού και ισόβιος δήμαρχος. Διατήρησε τυπικά τους δημοκρατικούς θεσμούς, αφαιρώντας όμως το περιεχόμενό τους.
Ο Ιούλιος Καίσαρ φημιζόταν για τις φιλήδονες ροπές του, οι δε στρατιώτες του κατά τις πορείες τους τραγουδούσαν ένα εμβατήριο, του οποίου οι στίχοι καλούσαν τους άνδρες να προφυλάσσουν τις γυναίκες τους από τις επιθέσεις του.
Ο ρωμαίος ιστορικός Σουητώνιος υπαινίσσεται πως ο Ιούλιος Καίσαρας ήταν αμφίφυλος («σύζυγος πολλών γυναικών και σύζυγος πολλών ανδρών», και οι λεγεωνάριοί του τον αποκαλούσαν «βασίλισσα» για τις αμφιλεγόμενες σχέσεις του με τον βασιλιά της Νουμιδίας.
πηγή: sansimera.gr